
~ Mου είχε διηγηθή ό Γερο – Σάββας, ό Φιλοθεΐτης, ότι μέ την μεγάλη πείνα του 1917 οί Ίβηρίτες, βλέποντας τίς αποθήκες τής Μονής νά αδειάζουν, είχαν ελαττώσει την φιλοξενία.
Μάλιστα, ένας Προϊστάμενος τσιγκούνης επέμενε, καί τήν έκοψαν τελείως. Επόμενο ήταν καί ό Χριστός νά σταματήση κάθε ευλογία Του. Τότε άρχισαν νά πεινάνε οί Πατέρες καί νά παραπονιούνται στόν Χριστό καί στήν Παναγία, πού δέν φρόντιζαν τήν Μονή τους. Δυστυχώς, δέν είχαν καταλάβει τό σφάλμα τους.
Μιά μέρα, λοιπόν, παρουσιάσθηκε ό Χριστός στόν Πορτάρη τής Μονής, σάν φτωχός, καί του ζήτησε λίγο ψωμί. ‘Ο Πορτάρης λυπημένος τοΰ λέει:
– Δέν έχουμε, άδελφέ μου, γι’ αυτό καί κόψαμε τήν φιλοξενία. Περίμενε όμως λίγο νά σοΰ φέρω αύτό τό κομματάκι πού έχω στό κελλί μου γιά τόν εαυτό μου. Έτρεξε, πήγε στό κελλί του καί του έφερε τό ψωμί πού είχε γιά τόν εαυτό του καί του τό έδωσε.
«Εβλεπε όμως τό πρόσωπο του Φτωχού νά λάμπη. Άφου λοιπόν πήρε ό Φτωχός εκείνος τό ψωμί, λέει στόν Πορτάρη:
Ξέρετε γιατί ήρθε αυτή ή δυστυχία στήν Μονή; Επειδή διώξατε άπό τό Μοναστήρι δύο: τον »δότε» και τον »δοθήσεται».
Μετά άπό αυτά τά λόγια έγινε άφαντος, σκορπίζοντας μιά λάμψη πού θάμπωσε τόν Πορτάρη. Τάχασε τότε ό Πορτάρης καί φοβισμένος έτρεξε στούς Προϊσταμένους τής Μονής καί διηγήθηκε τό γεγονός. Οι Πατέρες στήν αρχή βασάνιζαν τό μυαλό τους νά θυμηθούν ποιούς ανθρώπους έδιωξαν. Μετά όμως κατάλαβαν ότι εκείνος ό φτωχός ήταν ό Χριστός καί εννόησαν καί τά Ευαγγελικά Του λόγια: δότε καί δοθήσεται υμίν.
Μετανόησαν άμέσως γιά τό σφάλμα τους, καί, μόλις άρχισαν νά δίνουν άπό τό υστέρημα τους στους φτωχούς κατέφθασαν οι πλούσιες ευλογίες του Θεού.
Από το βιβλίο »ΑΓΙΟΡΕΙΤΑΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΑ».
inagiastriadosvagion
ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ «Παρακλητικοί κανόνες και Χαιρετισμοί Παναγίας Πορταΐτισσας» ΔΕΙΤΕ: >> ΕΔΩ